Η απάντηση ενός δρομέα στο Λάζαρο Μαύρο για τον Μαραθώνιο

Μου άρεσε πάρα πολύ η απάντηση του φίλου Νίκου Κωσταντινίδη προς τα σχόλια του κατευθυνόμενου από τα συμφέροντα του συγκροτήματος που εργάζεται δημοσιογράφου Λάζαρου Μαύρου, σχετικά με το κυκλοφοριακό πρόβλημα που τάχαμου δημιουργήθηκε την Κυριακή στη Λευκωσία, λόγω του Μαραθώνιου δρόμου. Είνε δε ξεκάθαρο ότι τα όσα βγαίνουν από το Sigma και τις ιστιοσελίδες τους υπηρετούν τα συμφέροντα των μεγάλων αφεντικών τους και οι απόψεις τους μεταβάλουνται αναλόγος εντολής απο τους μεγαλομέτοχους του καναλιού. Έτσι προσπαθουν να κατευθύνουν τη κοινή γνώμη.
Νίκο μου εύγε, τιμάς τον τίτλο του “μαραθωνοδρόμου” που με τόσο κόπο κατάκτησες.λαζαρος
Πιο κάτω το άρθρο – απάντηση του Νίκου:
Αγαπητέ Λάζαρε
Διάβασα το ειρήσθω της Παρασκευής 11/12/2012 και παρόλο που είμαι τακτικός ακροατής και αναγνώστης σου και πραγματικά σε θεωρώ ως έναν από τους μαχητικότερους και καλύτερους σύγχρονους Έλληνες δημοσιογράφους να μου επιτρέψεις να σχολιάσω το άρθρο που μου προκάλεσε εν πρώτοις απορία και στην συνέχεια απογοήτευση και λύπη.
Προσπαθώντας αγαπητέ Λάζαρε να κατακρίνετε το τρόπο αστυνόμευσης και διαχείρισης της κυκλοφορίας την περασμένη Κυριακή λόγω της διεξαγωγής του Μαραθωνίου δρόμου που θα μπορούσε πραγματικά να ήταν ορθότερος και καλυτερος δυστυχώς μου κατάθεσες τόσα αρνητικά μηνύματα για ένα τόσο ωραίο αγώνισμα όπως είναι ο Μαραθώνιος.
Ο Μαραθώνιος δρόμος ένα αγώνισμα εξ ολοκλήρου ελληνικό με πρώτο ημεροδρόμο τον Φειδιππίδη* που έφερε στους Αθηναίους την είδηση τής περιφανούς νίκης δεν έπρεπε κατά την γνώμη μου να χλευαστεί τόσο ειδικά από σας. Ένα ολυμπιακό άθλημα που μετατρέπει τους δρόμους της πόλης σε στάδιο ενώνει αθλητές θεατές σε μια γιορτή, το άθλημα με τη μεγαλύτερη λαϊκή συμμετοχή.
Στην Λευκωσία την περασμένη Κυριακή μία μυριάδα αθλητές με άλλους τόσους θεατές, εκατοντάδες αγόρια και κορίτσια έτρεχαν μαζί με αθλητές πρώτης τάξεως, μεσήλικες, ηλικιωμένους στους δρόμους της πόλης τους που σπάνια είχαν την ευκαιρία να τους δουν να τους αφουγκραστούν περπατώντας τους και τρέχοντας τους. Έλληνες της Κύπρου τρέξανε αντάμα με άλλους τόσους Ελληνες απο την Αττική, την Μακεδονία, την Αυστραλία την Αμερική δίπλα από ξένους Άγγλους, Γάλλους Ιταλούς, Γερμανούς που ο καθένας τους έκανε ακόμη μια υπέρβαση για να τερματίσει στον άθλο του Μαραθωνίου δρόμου.
Είναι άδικο να εξισώνεται ένα τέτοιο μεγαλείο κατάθεσης ψυχής από τον κάθε ένα συμμετέχοντα με τις υποτιθέμενες έξι ώρες (στις έξι ώρες και 16 λεπτά τερμάτισε το αγώνα της η τελευταία μαραθωνοδρόμος Ελληνίδα της Αγγλίας) που έμειναν κλειστοί κάποιοι δρόμοι της πόλης μας.
Δεν αξίζει μια μικρή (κατά την γνώμη μου) ταλαιπωρία μία μόνο φορά τον χρόνο για μια τέτοια εκδήλωση;
Φανταστείτε στην Βοστώνη το 1946 να αναβαλλόταν ο καθιερωμένος Μαραθώνιος που περνά ακόμη από όλες τις συνοικίες της πόλης με όλους τους δρόμους κλειστούς, τι θα γινόταν. Ο Στέλιος Κυριακίδης**απλώς δεν θα έπαιρνε την πρώτη θέση.
Το περασμένο μήνα αξιώθηκα για πρώτη φορά να τερματίσω τον μαραθώνιο της Αθήνας διανύοντας την κλασσική διαδρομή 42χλμ και 195μ. Το μετάλλιο που πήρα στον τερματισμό το θεωρώ ως το μεγαλύτερο προσωπικό μου επίτευγμα. Για να το καταφέρω αυτό έπαιρνα δύναμη από τους χιλιάδες συναθλητές μου και τους εκατοντάδες χιλιάδες θεατές κατά μήκος της διαδρομής που δεν διαμαρτύρονταν (παρότι γκρινιάρηδες Έλληνες) για την οχηματική συμφόρηση.
Από χρόνου σε καλώ μαζί να τρέξουμε, μαζί να περπατήσουμε τον Μαραθώνιο δρόμο Λευκωσίας και ας ξεχάσουμε τις 6 ώρες ταλαιπωρίας.Με τιμή
Νίκος ΚωνσταντινίδηςΟλυμπίας 7 Λακατάμεια
99541033 *Ο Φειδιππίδης ή Φιλιππίδης (αρχ.) ήταν ένας διάσημος Αθηναίος δρομέας. Στάλθηκε από τους Αθηναίους στην Σπάρτη για να ζητήσει την βοήθεια των Λακεδαιμονίων λίγο πριν την μάχη του Μαραθώνος (490 π.Χ.). Διέτρεξε την απόσταση (μεγαλύτερη των 200 χιλιομέτρων) σε δύο ημέρες, πράγμα που θεωρήθηκε άθλος. Κατά την επιστροφή του στην Αθήνα, είπε στους συμπολίτες του ότι η νίκη θα ήταν με το μέρος τους, όπως του είχε φανερώσει ο Πάνας. Στο κατόρθωμα του Φειδιππίδη οφείλεται πιθανώς η καθιέρωση του “δόλιχου δρόμου” ως ολυμπιακού αγωνίσματος.
Στα νεώτερα χρόνια, σε ανάμνηση του δρόμου του Φειδιππίδη, καθιερώθηκε το Σπάρταθλον, αγώνας υπερμαραθωνίου δρόμου 245,3 χιλιομέτρων από την Αθήνα προς την Σπάρτη[1]. Επίσης, προς τιμήν του έχει τελεστεί από ελάχιστους αθλητές ο “Φειδιππίδειος δρόμος”, που περιλαμβάνει τη διαδρομή: Αθήνα-Σπάρτη-Αθήνα-Μαραθώνας.
Μία παράδοση, που όμως δεν μαρτυρείται από τις αρχαίες πηγές, ταυτίζει τον Φειδιππίδη με τον οπλίτη εκείνον που έφερε στους Αθηναίους την είδηση τής περιφανούς νίκης του στρατού τους επί των Περσών στον Μαραθώνα. Θεωρήθηκε έτσι ο δρομέας προς τιμήν του οποίου καθιερώθηκε ο Μαραθώνιος.
Ο Ηρόδοτος (5ος αι. π.Χ.) αναφέρει τη διαδρομή του Φειδιππίδη από την Αθήνα στη Σπάρτη (Ιστορίαι, 105-106) χωρίς αναφορά στη μαραθώνια διαδρομή. Ο Πλούταρχος, 500 χρόνια αργότερα (1ος αι. μ.Χ.) κάνει την πρώτη αναφορά στον μαραθωνοδρόμο τον οποίο ονομάζει Θέρσιππο ή Ευκλή. Ο Λουκιανός 100 χρόνια αργότερα (2ος αι. μ.Χ.) αναφέρει τον μαραθωνοδρόμο ως Φιλιππίδη. Οι μεταγενέστερες αναφορές στο συμβάν του μαραθώνιου δρόμου είναι πιθανώς αναξιόπιστες.
**Στέλιος Κυριακίδης (4η Μαΐου 1910 – 10 Δεκεμβρίου 1987)
Ο Στέλιος Κυριακίδης γεννήθηκε σε ένα από τα φτωχότερα -τότε- χωριά της Κύπρου, τον Στατό της επαρχίας Πάφου και ήταν το πέμπτο παιδί της οικογένειάς του. Τέλειωσε το δημοτικό στο χωριό του, βοηθώντας τους γονείς του στις γεωργικές και κτηνοτροφικές τους εργασίες. Στα 14 του χρόνια όπως ήταν ο κανόνας, κατέβηκε στην πόλη, στη Λεμεσό, για να βρει δουλειά. Δούλεψε σε φούρνο, ως γκαρσόνι και λαντζιέρης σε ξενοδοχείο, υπάλληλος σε μπακάλικο και υπηρέτης σε οικογένειες Βρετανών αποικιακών υπαλλήλων. Τα βράδυα, σύμφωνα με το θρύλο, ξεκουραζόταν τρέχοντας μεγάλες αποστάσεις.
Ως αθλητής της ΑΕΛ και του ΓΣΟ ο Κυριακίδης έπρεπε να δουλέψει σκληρά για να πείσει για την αξία του, καθώς ήταν ένα φτωχό αγροτόπαιδο, σε μια εποχή που σε ολόκληρο τον κόσμο ο πρωταθλητισμός ήταν λίγο-πολύ προνόμιο της αριστοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο που, όταν στάληκε για πρώτη φορά στην Αθήνα, το 1933 για να δοκιμαστεί, απέτυχε, καθώς η διάγνωση των «ειδικών» ήταν «τι τον φέρατε, αυτός δεν ξέρει να τρέχει».
Πεισματάρης, με έρωτα για τον αθλητισμό και ταλέντο, από το 1934 τα μαζεύει και μετακομίζει στο Χαλάνδρι. Έπιασε δουλειά στην ΔΕΗ (τότε Ηλεκτρική Εταιρεία) και πήγαινε να μετράει τα ρολόγια στα σπίτια του κόσμου για να βγάλει το μεροκάματο.
Συνεχίζοντας να τρέχει από πιτσιρίκι… κατάφερε ανάμεσα σε πολλές άλλες διακρίσεις και ρεκόρ να πάρει μέρος ως δρομέας με την Ελληνική Εθνική Ομάδα στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Βερολίνου το 1936, τερματίζοντας 11ος.
Τα’ μπλεξε ο πόλεμος μετά. Υπέφερε ο κόσμος. Έτσι κι αυτός, έτσι και η οικογένειά του. Το 1940 έκοψε το τρέξιμο και κοίταξε μόνο να ζήσει.
Πείνα! Έβλεπε τους παλιούς του συναθλητές, εκείνη την μεγάλη ομάδα του 1930, να λιμοκτονούν ή να τους σκοτώνει ο γερμανικός κατοχικός στρατός.
Παντρεύτηκε, έκανε παιδιά, τέλειωσε η Κατοχή, άρχισε η φαγωμάρα του Εμφυλίου. Αδερφός να σκοτώνει αδερφό εκείνα τα μαύρα χρόνια…
Παίρνει την μεγάλη απόφαση το 1946 να ξανατρέξει. Λίγη προπόνηση, ελάχιστο φαγητό από τους γείτονες, δύσκολα χρόνια. Ήθελε να πάει στην Αμερική. Στην Βοστώνη. Στον φημισμένο μαραθώνιο! Ελπίζοντας ότι και μόνο με την παρουσία του θα μπορέσει να ευαισθητοποιήσει τους Αμερικάνους για να βοηθήσουν τον λαό μας που τα περνούσε δύσκολα όσο ποτέ άλλοτε.
Πώς, όμως, να αγοράσει εισιτήριο για την Αμερική; Με τι λεφτά; Μαζεύει και πουλάει τα μισά έπιπλα του σπιτιού. Πιάνει πέντε δραχμές στο χέρι, του δίνουν με τα πολλά και κάμποσα ακόμα από την δουλειά του και πάει και βγάζει αεροπορικό εισιτήριο. Μονό! Δεν είχε λεφτά για «μετ’ επιστροφής».
Μέσα από τα χαλάσματα της Αθήνας, βρήκε το κουράγιο να πετάξει για Αμερική ρισκάροντας τα πάντα. Με μοναδικό σκοπό να… τρέξει! Τίποτα άλλο!
Ο πιο δύσκολος μαραθώνιος της εποχής – κι ακόμα φημισμένος – ήταν αυτός της Βοστώνης. Φαβορί ο τεράστιος Άγγλος Κένεθ Μπέιλι και ο Αμερικάνος, νικητής της προηγούμενης χρονιάς, Τζόνι Κέλι. Κι από κοντά ένας Καναδός αθληταράς.
Πριν τον αγώνα όλοι οι αθλητές έπρεπε να περάσουν από γιατρό. Πάει και ο Κυριακίδης, τον εξετάζουν οι Αμερικάνοι και του λένε: «Δεν μπορείς να τρέξεις…».
- Μα, γιατί; Γιατί δεν μπορώ ενώ έκανα τόσο ταξίδι;
- Είσαι πολύ αδύναμος, νεαρέ Έλληνα. Θα πεθάνεις στον δρόμο από την εξάντληση, έτσι κοκαλιάρης όπως είσαι. Δεν θα αντέξεις ούτε για μερικά χιλιόμετρα.
Παίρνει ουσιαστικά την προσωπική ευθύνη και λέει «φέρτε μου το χαρτί να το υπογράψω ότι θα τρέξω κι αναλαμβάνω όποιον κίνδυνο υπάρχει για την ζωή μου. Θα τρέξω κι ας πεθάνω εδώ πέρα…».
Αρχίζει ο αγώνας. 20 Απριλίου 1946 ήτανε… Ξεκίνησε αργά ο Στέλιος Κυριακίδης, αλλά ανέβαζε στροφές. Όλο και πλησίαζε τους πρώτους, όλο και πατούσε καλύτερα. Στο 40 χιλιόμετρο έπιασε τον Κέλι, τον πρωτοπόρο…
Ναι, κέρδισε! Με πανευρωπαϊκό ρεκόρ! Παραμιλούσε η Αμερική…
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τρούμαν καλεί τον Κυριακίδη στον Λευκό Οίκο, μαζί με τον δεύτερο, τον Αμερικάνο Τζόνι Κέλι.
Κι όταν λέμε Κέλι να αναφέρουμε ότι 15 φορές βγήκε στην καριέρα του μέσα στην πρώτη πεντάδα του μαραθωνίου της Βοστώνης, ενώ το 2000 ανακηρύχθηκε από το Runner’s World ο κορυφαίος δρομέας για τον περασμένο αιώνα.
Ρωτάει ο Χάρι Τρούμαν τον Τζόνι Κέλι: «Καλά, βρε παιδί μου. Πώς έχασες απ’ αυτόν τον κοκαλιάρη (σ.σ. έτσι τον έλεγαν οι εφημερίδες) κι αδύναμο Έλληνα;».
Απάντηση Κέλι: «Μόνο εγώ έχασα; Κανένας δεν μπόρεσε να τον κερδίσει. Εγώ έτρεχα για τον εαυτό μου κι αυτός για έναν ολόκληρο λαό, για μια ιδεολογία…».
Ο Τρούμαν χαμογελάει και γυρνάει προς τον Κυριακίδη. «Εσύ, παιδί μου, είσαι άξιος συγχαρητηρίων. Για πες μου. Τι θες να κάνω για σένα; Θες ρούχα; Τρόφιμα να δυναμώσεις; Χρήματα; Ό,τι θες από μένα».
Απάντηση Κυριακίδη: «Σας ευχαριστώ, πρόεδρε. Δεν θέλω τίποτα για εμένα. Το μόνο που ζητώ, κύριε Τρούμαν, είναι να στείλετε ρούχα και τρόφιμα στα 7 εκατομμύρια Έλληνες που λιμοκτονούν. Αυτό ζητάω. Να βοηθήσετε τον λαό μου που υποφέρει».
Αυτό που έγινε μετά ήταν απίστευτο. Από δωρεές των Αμερικάνων μαζεύτηκαν τόνοι από τρόφιμα, φάρμακα, κουβέρτες. Δεν είχαν πώς να τα μεταφέρουν. Μόλις βρέθηκαν έξι καράβια, με τη συνδρομή της οικογένειας Λιβανού, έφτασε η βοήθεια στην Ελλάδα. Το «Πακέτο Κυριακίδη», όπως το ονόμασαν.
Συγκεντρώθηκαν, επίσης, 250.000 δολάρια για να δοθούν στους ταλαιπωρημένους Έλληνες από την Κατοχή και τον Εμφύλιο! Ποσό τεράστιο για την εποχή. Όλες οι αμερικάνικες εφημερίδες τον είχαν πρωτοσέλιδο, ενώ ο ίδιος έτρεχε από Πολιτεία σε Πολιτεία της Αμερικής για να φέρει κι άλλη βοήθεια στην τσακισμένη Ελλάδα.
Ένας λαός που πέθαινε στους δρόμους από την εισβολή του ναζισμού και τον Εμφύλιο, μπόρεσε να χαμογελάσει ξανά απ’ αυτόν τον τεράστιο Έλληνα. Την μέρα που ήρθε από τις ΗΠΑ στην Αθήνα, στις 23 Μαϊου, ξεχύθηκε στους δρόμους ένα εκατομμύριο κόσμος για να τον υποδεχτεί.
Είχαν φτάσει απ’ όλη την Ελλάδα άνθρωποι στην πρωτεύουσα για να τον ευχαριστήσουν. Εκείνη τη μέρα ήταν η πρώτη φορά που φωταγωγήθηκε ξανά η Ακρόπολη από τότε που άρχισε ο πόλεμος. Και θεωρήθηκε το πρώτο χαρμόσυνο γεγονός για τον τόπο ύστερα από τόσα καταραμένα χρόνια. Ο Κυριακίδης έδωσε χαρά, περηφάνια, ανακούφιση στους συνανθρώπους του.
Πόσο γνήσιος ο Στέλιος Κυριακίδης! Πόσο αυθεντικός… Και τι ψυχή! Μεγαλείο…
Ο γιός του, απλόχερα και χωρίς να ζητήσει ποτέ καμία αμοιβή, προσέφερε χρόνια μετά όλα τα κειμήλια του Στέλιου Κυριακίδη στο Μουσείο του Μαραθωνίου δρόμου στον Μαραθώνα (αξίζει να το επισκεφθείτε κάποια φορά).
Μέσα σ’ αυτά που έγιναν δωρεά στο Μουσείο είναι και το μετάλλιο τεράστιας αξίας από τον νικητήριο αγώνα στην Βοστώνη. Ένα μετάλλιο που ήταν συλλεκτικό ακόμα και τότε, αφού για εκείνη και μόνο τη χρονιά είχε τοποθετηθεί στο κέντρο του ένα διαμάντι!
Ο Στέλιος Κυριακίδης είναι ακόμα και σήμερα άγνωστος στους περισσότερους Έλληνες φιλάθλους. Στις ΗΠΑ, όμως, έχουν γράψει βιβλία για το κατόρθωμά του, έχουν γυρίσει βραβευμένα ντοκιμαντέρ (NBC), ενώ ετοιμάζουν και μια ταινία από την Disney με παραγωγούς τους Mark Ciardi και Gordon Gray.
Άνθρωπος της προσφοράς, με υψηλά ιδεώδη, γνώστης της βαριάς κληρονομιάς αυτού του τόπου στον αθλητισμό και τον πολιτισμό, ένας μοναδικός αθλητής που λατρεύτηκε στην εποχή του. Θα μπορούσε και σήμερα να αποτελεί φάρο έμπνευσης για όλους μας, αλλά μάλλον σε πολλούς το όνομά του δεν λέει κάτι.
Κι ας έκανε, πέρα απ’ όλα τα άλλα, κι έναν τεράστιο άθλο από καθαρά αθλητικής άποψης, αφού η νίκη στον μαραθώνιο της Βοστώνης θεωρείται κάτι τρομερά δύσκολο.